Τετάρτη

η ανατομία της μελαγχολίας

Κοντά στο παλιό μου σπίτι υπάρχει μία παιδική χαρά. Όχι κανένα υπερθέαμα. Οκτώ παιχνίδια όλα κι όλα. Δυο κούνιες, μία τσουλήθρα, δύο τραμπάλες και και δύο-τρία από αυτά τα βλαμμένα παιχνίδια που ανεβαίνεις, γυρίζεις για λίγο και αν είσαι πάνω από δέκα χρονών κατεβαίνεις μετά από λίγα λεπτά με πονοκέφαλο ή βγαλμένο ώμο. Παλιά, που έμενα στο άλλο σπίτι, πήγαινα σε αυτή την παιδική χαρά όποτε ήμουν στεναχωρημένη. Ήταν μάλιστα η απάντησή μου σε αυτόν τον νεαρό που κάποια φορά είχε αναρωτηθεί πού πας βόλτα σε μία πόλη όταν έχεις μελαγχολία. Λίγη ή πολλή. Εγώ, είχα περάσει μία περίοδο πολλής μελαγχολίας που πήγαινα κάθε δύο μέρες σε αυτή τη παιδική χαρά. Από τις τόσες βραδινές ώρες που είχα περάσει κάνοντας κούνια, μάλιστα, μερικά πρωινά, ξυπνούσα με πιασμένα πόδια. Μέχρι το μεσημέρι είχε περάσει.

Σήμερα πέρασα ξανά από αυτή την παιδική χαρά. Σε αντίθεση με την αίσθηση που έχω όταν συναντάω ανθρώπους ή καταστάσεις μετά από καιρό, όλα ήταν τα ίδια. Όπως τα είχα αφήσει τότε, πριν μετακομίσω και αλλάξω γειτονιά και συνήθειες.

Προσπάθησα να σκεφτώ για λίγο τι με οδηγούσε στις κούνιες κάθε φορά, εκείνη την περίοδο. Αμφιβολία. Μόνο αυτό μπορώ να σκεφτώ όλη τη μέρα, μάλλον αυτό είναι η απάντησή που ψάχνω και τώρα. Αμφιβολία. Δηλαδή να αναρωτιέσαι για πράγματα που θεωρείς σταθερά. Αμφιβολία. Είναι σαν υποψία προδοσίας, βρίσκεσαι εκτεθειμένος, εκκρεμής. Έσφιξα τις αλυσίδες που με κρατούσαν εκκρεμή και συγκέντρωσα όλη μου την ορμή στο πρόσωπό μου, κόντρα στον άνεμο. Δε ξέρω αν θα με πονάνε ξανά τα πόδια μου αύριο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου